ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΕΩΘΙΝΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ


Μέ ἀφορμή ἕνα δημοσίευμα

ὑπό ἀρχιμανδρίτου Μαξίμου Μ. Ματθαίου


(Τό παρόν ἄρθρο δημοσιεύθηκε στήν «ΣΥΜΒΟΛΗ» Ἐπιθεώρησις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπικοῦ, τεῦχος 16 σ. 24 κἑ. (www.symbole.gr) μέ τίτλο ΤΟ ΤΥΠΙΚΟΝ ΩΣ ΜΕΣΟΝ ΑΝΤΙΠΑΡΑΘΕΣΗΣ.)


Μὲ καθυστέρηση περίπου δύο ἐτῶν καὶ μετὰ ἀπὸ πολὺ προβληματισμὸ ἀπεφάσισα νὰ ἀναφερθῶ σ᾿ ἕνα δημοσίευμα κυριακάτικης ἐφημερίδος τῆς 30ης Ἰανουαρίου τοῦ 2005, ποὺ μοῦ προξένησε μεγάλη ἐντύπωση καὶ θλίψη. Μὲ τίτλο «Πρωινὰ καὶ αἱρετικά» (!) ἡ ἀρθρογράφος προσπαθεῖ ἐντέχνως καὶ κακοβούλως νὰ παρουσιάσει τὴν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 11ης Δεκεμβρίου 2003, ἐπί τῇ βάσει τῆς ὁποίας συνετάχθη ἡ ὑπ᾿ ἀριθμ. 2794/ 30-6-2004 Ἐγκύκλιος περὶ «Ἐπαναφορᾶς τῆς Τάξεως τοῦ Ἑωθινοῦ Εὐαγγελίου εἰς τὴν κανονικὴν αὐτοῦ θέσιν» (βλέπε ΣΥΜΒΟΛΗ τ. 5 σσ.3-6) ὡς «ἀπειλὴ δημιουργίας νέων προβλημάτων μὲ τὸ Πατριαρχεῖο» καὶ «ὅτι ἐνδεχομένως ἐλήφθη (αὕτη) μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ διαφοροποιηθεῖ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἰδικὰ ἀπὸ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο».


Τέτοιες ἀνεύθυνες ἑρμηνεῖες, ὅμως, ἀπὸ ἀσυναφεῖς ἐρμηνευτάς, μόνον θλίψη δημιουργοῦν. Ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὴν ἐσφαλμένη μετάθεση τοῦ ἑωθινοῦ εὐαγγελίου ἔχει ξεκινήσει πάνω ἀπὸ 50 χρόνια (ἤδη 50 χρόνια μετά τήν ἐφαρμογή του) καὶ εἶναι ἀποτέλεσμα ἐνδελεχοῦς μελέτης τῶν εἰδικῶν λειτουργιολόγων καὶ τυπικολόγων. Καὶ πολὺ πρὶν ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ὁποία προῆλθε μετὰ ἀπὸ εἰσήγηση εἰδικῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἀποτελουμένης ἀπὸ εἰδικοὺς ἐπιστήμονες, ἐνθυμοῦμαι καλῶς ὅτι Βοηθὸς Ἐπίσκοπος τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς (μετέπειτα κατασταθεὶς Μητροπολίτης στὴ γενέτειρά του) ὅταν ἐπρόκειτο νὰ χοροστατήσει σὲ ὄρθρο Κυριακῆς, προκειμένου νὰ λειτουργήσει, παρήγγελλε ἐκ τῆς προτεραίας «τὸ ἑωθινὸ νὰ ἀναγνωσθεῖ στὴ θέση του μετὰ τοὺς ἀναβαθμούς, κι ἐγὼ θὰ ἔλθω στὶς καταβασίες». Πιστεύω ὅτι καὶ ἄλλοι ἀρχιερεῖς, γνώστες τοῦ τυπικοῦ καὶ πρακτικοὶ ἄνθρωποι, θὰ ἔπρατταν τὸ αὐτό. Καὶ ἀναφέρομαι καὶ στὴν πρακτικότητα τοῦ πράγματος, καθ᾿ ὅσον ἡ τοιαύτη ρύθμιση -ἀπολύτως συμβατὴ μὲ τὴ δομὴ καὶ διάρθρωση τῆς ἀκολουθίας τοῦ ὄρθρου- ἐξοικονομεῖ ἀρκετὸ χρόνο ἀπὸ τὸν ἀπαιτούμενο γιὰ τὴν διεξαγωγὴ τῆς ἀρχιερατικῆς χοροστασίας καὶ λειτουργίας καὶ ἀναδεικνύει τὴν ἁπλότητα, λιτότητα καὶ σοβαρότητα τοῦ ἀρχιερέως.


Γιατὶ ἀκριβῶς ἡ μετάθεση τοῦ ἑωθινοῦ εὐαγγελίου δὲν προῆλθε τόσο ἀπὸ ποιμαντικὸ ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν μεγαλύτερη προσέλευση πιστῶν (γιατὶ δὲν προβλέφθηκε αὐτὸ καὶ γιὰ τὶς μεγάλες δεσποτικὲς ἤ θεομητορικὲς ἑορτές;), ἀλλὰ ἀπὸ παράτυπη πρόβλεψη γιὰ τὸν χοροστατοῦντα δεσπότη, προκειμένου νὰ ἐξασφαλισθεῖ ἡ παρουσία του κατὰ τὴν προσκύνηση τοῦ εὐαγγελίου ψαλλομένου τοῦ ν΄ ψαλμοῦ, ὥστε νὰ εὐλογήσει τὸ λαό, ἐπευφημούμενος μὲ τὸ «Εἰς πολλά ἔτη δέσποτα». Ἡ ἐν ταὐτῷ κατάργηση ὑπὸ τοῦ ΤΜΕ τῆς προσκυνήσεως τοῦ εὐαγγελίου μετὰ τὸ ὀρθρινὸ εὐαγγέλιο κατὰ τὰς Κυριακὰς κατὰ τὰς ὁποίας συμπίπτει δεσποτικὴ ἤ θεομητορικὴ ἑορτὴ καὶ ἡ ἀπόδοση τοῦ ν΄ ψαλμοῦ χῦμα, κάτι ἀδιανόητο γιὰ τὰ παλαιὰ τυπικά[1], ἀπέτρεψε καὶ τή μετάθεση τοῦ εὐαγγελίου τοῦ ὄρθρου κατ᾿ αὐτάς.


Δὲν ὑφίσταται συνεπῶς θέμα ἀντιπαράθεσης ἤ ἐναντίωσης πρὸς τὸ Σεπτὸ Κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, τὸ ὁποῖον ἄλλωστε διὰ τῶν ἀξιολόγων στελεχῶν του, ἐμβρυθῶν ἐρευνητῶν καὶ ἐπιστημόνων, συμπεριλαμβανομένου πρώτου τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἔχει ἀποδείξει ὅτι γνωρίζει πάρα πολὺ καλὰ ὅλα τὰ λειτουργικὰ προβλήματα καὶ ἔχει ἀναλάβει, ἐκ τοῦ ὑπευθύνου ρόλου του, τὴν προετοιμασία ἐπιλύσεως των διὰ τῆς μελλούσης συγκλίσεως Πανορθοδόξου Συνόδου, ἀλλὰ μᾶλλον ὑφίσταται θέμα κακομεταχειρίσεως τῆς καλοπίστου ἐπιλύσεως ἑνὸς θέματος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπικοῦ ἀπὸ καλοθελητὲς γιὰ δημιουργία ἐντυπώσεων καὶ εὐκαιρία προβολῆς ἀντιθέτου γνώμης, ὄχι τόσο γιὰ τὸ προκείμενο θέμα, ἀλλὰ ὡς μέσο ἔκφρασης ἀντιπαλότητος καὶ δεῖγμα ταυτότητος ἀντιφρονούντων ὁμάδων ἤ δρομολόγησης «εὐσεβῶν» πόθων.


Μὴ γινώμεθα «βασιλικώτεροι τοῦ βασιλέως», τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ ἴδιο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο στὸ κατ᾿ ἔτος ἐκδιδόμενο Τυπικὸ (τὸ ὁποῖο δημοσιεύευται καὶ μέσῳ τῆς ἐπισήμου ἱστοσελίδος του στὸ διαδίκτυο) πολλάκις προβαίνει σὲ διορθώσεις σφαλμάτων τοῦ ἰσχύοντος τυπικοῦ καὶ ὑπομνηματίζει διὰ ὑποσημειώσεων καὶ παραπομπῶν τὶς ὀρθὲς διατάξεις, ἐπαναφέρει στὴν ὀρθὴ τάξη ἀβλεψίες καὶ τυπικὲς ἀσυμφωνίες. Κανένα ἀνθρώπινο ἔργο δὲν εἶναι ἀλάνθαστο, παρὰ μόνο τοῦ Θεοῦ.


***


Ἐπὶ πόσα χρόνια ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος τελεῖ τὴ νεκρώσιμο ἀκολουθία τῆς κηδείας κατὰ παρέκκλιση τῆς διατάξεως τοῦ ΤΜΕ[2]; Δημιουργήθηκε ἐπὶ τόσα πολλὰ χρόνια κανένα πρόβλημα ἤ ἐξελήφθη αὐτὸ ὡς ὑποτίμηση καὶ ἀμφισβήτιση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου; Τὸ ἴδιο τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ἀπαντώντας σὲ ἐρώτηση τοῦ Μητροπολίτου Μοσχοβίας Νίκωνος περὶ τοῦ τρόπου τελέσεως τῆς νεκρωσίμου ἀκολουθίας, ἄν αὐτὴ πρέπει νὰ τελεῖται ὅπως εἶναι στὸ Εὐχολόγιο ἤ συντετμημένη, ὅπως τελεῖται στὴν Κωνσταντινούπολη, μὲ συνοδική ἀπόφαση τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Παϊσίου τοῦ Α΄ (1651-1652 καί 1654-1655) δικαιολογεῖ τὴν ἐξ ἀνάγκης ἐπιτομὴ καὶ συνιστᾶ τὴν τήρηση τῆς ἀκριβείας, ὅπου δὲν ὑπάρχει πρόβλημα, ἀναγνωρίζον ἐμμέσως τὴ «σαρωτική» νέα διάταξη. Τὸ κείμενο ἔχει ὡς ἐξῆς: «Ἡ τάξις τῆς ἀκολουθίας τῶν κεκοιμημένων ἐδὼ εἰς τὰ μέρη τῆς Κωνσταντινπουπόλεως, ἄλλαξε καμπόσον, ἔστωντας καὶ νὰ σμικρύνουσιν ἀπὸ τὸν τύπον ὁποῦ ἔχομεν εἰς τό Εὐχολόγιον διὰ τὰ συχνὰ καὶ μεγάλα θανατικὰ ὁποῦ ἔρχονται, καὶ δὲν φθάνουσιν οἱ ἱερεῖς νὰ θάπτουσι τὰ λείψανα· ἀμὴ πρέπει νὰ γίνεται καθὼς ἑρμηνεύει ὁ τύπος, μάλιστα ἐκεῖ ὁποῦ δὲν ἀναγκάζει τὸ θανατικὸν νὰ βιαζώμεθα.»[3]. Ἔτσι σήμερα καὶ στὶς Μονές τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου (Ἅγιον Ὄρος κ.λ.π.) καὶ σὲ ὅλες τὶς σλαβικὲς ἐκκλησίες ἡ νεκρώσιμος ἀκολουθία τελεῖται, ὅπως εἶναι διαγεγραμμένη στὸ Μέγα Εὐχολόγιον.


***

Δὲν εἶναι ἡ πρώτη φορά, ποὺ λειτουργικὲς ἤ τυπικὲς διατάξεις χρησιμοποιοῦνται ὡς αἰτία ἀντιπαλότητας ἤ προσδιορισμοῦ τάσεων ἤ «ἰδεολογικῆς» ἔκφρασης ὁμάδων, δίκην «πολιτικῆς ἀντιπολιτεύσεως». Ἴσως πταίει τὸ ἐθνικὸ μας «σαράκι», τὸ σαράκι τοῦ διχασμοῦ, τὸ ὁποῖο πάνω ἀπὸ τὸ ἀληθινὸ συμφέρον προβάλλει ἐγωιστικὲς πρακτικὲς καὶ «κομματικὲς» συσπειρώσεις. Αὐτὰ εἶναι ἀπαράδεκτα γιὰ τὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο. Ὅλοι ἐνθυμούμεθα καὶ γνωρίζουμε τὴ διάσταση ἡ ὁποία εἶχε ἐπέλθει μεταξὺ τῶν ἀνηκόντων στὶς ἱεραποστολικὲς ἀδελφότητες, χαρακτηριζομένων ὡς «ζωικῶν», καὶ τῶν μή, στὸ θέμα τῆς μυστικῆς ἤ «εἰς ἐπήκοον» ἐκφορᾶς τῶν εὐχῶν τῆς θείας λειτουργίας, καθὼς καὶ στὸ θέμα τῆς γονυκλισίας τῶν λειτουργῶν (καὶ τῶν πιστῶν) κατὰ τὸν καθαγιασμὸ τῶν τιμίων δώρων κατὰ τὰς Κυριακὰς ἤ μή. Χωρὶς τὴ γνώση καὶ τὴ βάσανο τῆς ἐπιστημονικῆς ἐρεύνης καὶ ἀναλόγων σοβαρῶν ἐπιχειρημάτων, προεβάλοντο -συνήθως ἀπὸ ἀγνοοῦντες σὲ βάθος τὰ θέματα- οἱ ἀνάλογες πρακτικές, μόνον καὶ μόνον ὡς πιστοποίηση τοῦ «χώρου» στὸν ὁποῖο ἀνῆκε ὁ καθένας. Σήμερα -δόξα τῷ Θεῷ- ἔχουμε ἄριστους καὶ ἐμβριθεῖς λειτουργιολόγους καὶ ἀξιολογώτατες Συνοδικές Ἐπιτροπές, ἀποτελούμενες ἀπὸ ὑπεύθυνους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι μακρὰν πάσης δεσμεύσεως ἤ μικρόψυχης τοποθετήσεως, μελετοῦν σὲ βάθος τὰ θέματα, ὥστε ἡ ἁγιωτάτη Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος νὰ μπορεῖ - καὶ ἔχει τὸ δικαίωμα- νὰ προβαίνει σὲ σημαντικὲς ἀποφάσεις σὲ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς ποιμαντικῆς διακονίας, γιὰ τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ ποιμνίου Της, σὲ ἀγαστὴ συνεργασία μὲ ὅλες τὶς ὀρθόδοξες ἐκκλησίες, σὲ ἀλληλοβοήθεια καὶ ἀλληλοσυμπαράσταση τῶν ἐκασταχοῦ ὀρθοδόξων ἐκκλησιῶν κατὰ τὸ γραφικὸ «ἀλλήλων τὰ βάρη βαστάζετε, καὶ οὕτως ἀναπληρώσατε τὸν νόμον τοῦ Χριστοῦ».


Εἶναι κρίμα νὰ ἐνσπείρωνται μεταξύ τοῦ πιστοῦ λαοῦ τέτοια πικρόχολα αἰσθήματα φανταστικῆς ἀντιπαράθεσης ἤ νὰ δίδωνται τέτοιες ἐντυπώσεις ἀκόμη καὶ πρὸς τοὺς ἀδιάφορους, ποὺ μόνον κακὸ προξενοῦν στὶς ψυχὲς τῶν πνευματικῶν ἤ μὴ ἀνθρώπων καὶ σὲ αὐτὸ τοῦτο τὸ ἱστορικὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας.


 [1] Ἡ προβλεπόμενη ἀπὸ ὅλα τὰ παλαιὰ τυπικὰ προσκύνηση τοῦ εὐαγγελίου κατὰ τὰς Κυριακὰς κατὰ τὰς ὁποίας ἤθελε συμπέσει δεσποτικὴ ἤ θεομητορικὴ ἑορτή, διασώζει ἀρχαιότατη πράξη, ἀναφερομένη στὸ Ὁδοιπορικὸ τῆς Αἰθερίας (ἀκολουθία Κυριακῆς-Μ.Ἑβδομάδα, Κυριακὴ Βαΐων) καὶ στὸ Τυπικὸ τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων (ὄρθρος Κυριακῆς Βαΐων), σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία, δὲν ὑπάρχει Κυριακὴ ὅλο τὸ χρόνο, ποὺ νὰ μὴν ἀναγινώσκεται στὸν ὄρθρο τὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου.


[2] Τὸ Μικρὸν Εὐχολόγιον τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας, ἐκ τοῦ ὁποίου ψάλλουμε τὴ νεκρώσιμο ἀκολουθία στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, περιλαμβάνει ἐπιπλέον ἀπὸ τὴ διάταξη τοῦ ΤΜΕ, νεκρώσιμα ἰδιόμελα, τὴν ψαλμωδία τοῦ κοντακίου «Μετά τῶν ἁγίων…» καὶ τοὺς μακαρισμούς.


[3] Ἀρχιμ. Καλλινίκου Δελικάνη, Ἐπίσημα Ἐκκλησιαστικὰ Ἔγγραφα Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τόμος τρίτος, σ. 66, Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, φωτοαναστατικὴ ἐπανέκδοσις, 1999. Πρβλ. Ἰωάννου Μ. Φουντούλη, Τελετουργικὰ Θέματα, Ἀποστολικὴ Διακονία, Ἀθήνα 2002, σσ. 145-164.

ΑΡΧΙΚΗ

Ἀρχική

Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς

Ναός - Ἱστορία

Ἐνοριακή ζωή

Νεότητα

Πρόγραμμα μηνός

Ἐπίκαιρα

Ἄρθρα - Μελέτες

Ὀρθόδοξοι κόμβοι

Ἐπικοινωνία

Βοήθεια