Ο ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ ΚΑΙ Η ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΗ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ.


Τό παρόν ἄρθρο δημοσιεύθηκε στήν «ΣΥΜΒΟΛΗ» Ἐπιθεώρησις τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπικοῦ, τεῦχος 9  σ. 20 κἑ. (Symbole.gr)


Ὑπό Ἀρχιμανδρίτου Μαξίμου Μ. Ματθαίου


Α΄. Πρόλογος


῾Η Γρηγοριανή ἡμερολογιακή μεταρρύθμιση τοῦ 1923, πού υἱοθέτησε καί ἐπί τοῦ ἑορτολογίου ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία τό 1924, δέν ἐπηρέασε τόν, κατά τό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο, ὑπολογισμό τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, σκόπιμα, ὥστε ἡ Ἀνατολή νά ἑορτάζει ἑνωμένη τό Πάσχα καί διαφοροποιημένη ἀπό τή Δύση, γιά νά μειωθοῦν(;) ἔτσι καί οἱ ἀντιδράσεις. Γι'αὐτό καί τό Νέο ἡμερολόγιο ὠνομάσθηκε "διωρθωμένον ἰουλιανόν".


Ἡ ἐπινοηθεῖσα αὐτή formula, εἶχε καί ἔχει ἄμεση ἐπίπτωση στήν ἐφαρμογή τῶν τυπικῶν διατάξεων τοῦ ἰσχύοντος ἀλλά καί τῶν παλαιῶν Τυπικῶν, πού ἀφοροῦν στή συμπλοκή κινητῶν καί ἀκινήτων ἑορτῶν ἤ μνημῶν ἁγίων, στήν κατάρτιση τοῦ Κυριακοδρομίου, στόν καθορισμό τῆς Νηστείας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, πού ἐνίοτε φθάνει ἕως τῆς παντελοῦς καταλύσεώς της.


Ἡ κατά τό ἥμισυ, καί ὄχι ὁλοκληρωμένη, αὐτή ἀλλαγή, ἔχει δημιουργήσει ἕνα ἀπό τά πολλά σύγχρονα λειτουργικά προβλήματα[1], τό ὁποῖο χρήζει ἐπιλύσεως. Οἱ μή ἀποδεχθεῖσες ἐπί τοῦ ἑορτολογίου τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες, δέν ἀντιμετωπίζουν ἐπιπλοκές καί ἀπορίες στήν ἐφαρμογή τοῦ Τυπικοῦ.


Καί εἶναι αὐτό σοβαρός λόγος γιά νά μή προχωρούσαμε στήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου; Ἴσως ὄχι. Ἀλλά ὑπάρχει σοβαρός λόγος, γιά ἄλλο λόγο, νά προχωρήσουμε καί στή διόρθωση τοῦ Πασχαλίου. Ὁ σημερινός τρόπος ὑπολογισμοῦ τοῦ Πάσχα ἀπέχει μακράν ἀπό τούς ὅρους καί τούς σκοπούς τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.


Β΄. Πῶς ὑπολογίζεται τό Πάσχα;

Ὁ ὑπολογισμός τοῦ Πάσχα μέχρι σήμερα στηρίζεται σ' ἕνα ΚΑΝΟΝΙΟΝ, σ' ἕνα πίνακα διαρκοῦς εὑρέσεως· σ᾿ ἕνα ἀλγόριθμο, πού ὡς σταθερά ἔχει "τό, κατά τούς ο΄, ἀπό κτίσεως κόσμου ἔτος". Μέ βάση αὐτόν τόν Πίνακα, πού βρίσκεται στό τέλος τοῦ Ἱεροῦ Εὐαγγελίου, στό Εὐαγγελιστάριο, βρίσκουμε τήν ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα. Στό ἔτος πού μᾶς ἐνδιαφέρει προσθέτουμε τόν ἀριθμό 5508. Τό ἄθροισμα, μᾶς δίδει τό "ἀπό κτίσεως κόσμου ἔτος". Μέ αὐτόν τόν ἀριθμό καί ἀριθμητικούς ὑπολογισμούς βρίσκουμε τόν κύκλο τοῦ ἡλίου, τόν κύκλο τῆς σελήνης καί τό θεμέλιον αὐτῆς[2]. Μεταβαίνοντας στό ΚΑΝΟΝΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ, σ᾿ αὐτόν τόν Πίνακα, πού χωρίζεται σέ πολλά οἰκίδια (κουτάκια, κελιά) καί στήν ἀριστερή κάθετη πλευρά ἔχει τούς κύκλους καί τό θεμέλιον τῆς σελήνης καί στήν ἐπάνω ὀριζόντια τούς κύκλους τοῦ ἡλίου, διασταυρώνουμε τόν ἀριθμό τοῦ κύκλου τοῦ ἡλίου πού βρήκαμε προχωρώντας κάθετα, μέ τόν ἀριθμό τοῦ κύκλου τῆς σελήνης ὁριζόντια, καί συναντᾶμε στό οἰκεῖο κουτάκι –οἰκίδιο- τήν ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα τοῦ ἔτους πού μᾶς ἐνδιαφέρει.


Αὐτό εἶναι πολύ εὔκολο καί ἁπλό. Τό πρόβλημα εἶναι τό πότε δημιουργήθηκε αὐτός ὁ Πίνακας, μέ τί δεδομένα καί κατά πόσο ἀνταποκρίνεται στήν πραγματικότητα σήμερα.


Τό ΚΑΝΟΝΙΟΝ αὐτό ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ συντάχθηκε σύμφωνα μέ τούς ὑπολογισμούς πού ἴσχυαν ἀπό τήν ἐποχή τῶν ἁγίων μεγάλων Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας Ἀθανασίου καί Κυρίλλου. Ὡς γνωστόν οἱ Πατριάρχες Ἀλεξανδρείας εἶχαν ἀναλάβει κατ' ἐντολήν τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325) "τήν ἐκπόνησιν τῶν Πασχαλίων κύκλων", δηλ. τόν ὑπολογισμό τοῦ Πάσχα καί τήν γνωστοποίηση τῆς ἡμέρας αὐτοῦ, διά τῶν πασχαλίων ἐπιστολῶν, σέ ὅλες τῆς Ἐκκλησίες Ἀνατολῆς καί Δύσεως. Τό ἔθος αὐτό ἔπαυσε μετά τήν ἐπικράτιση τῶν μονοφυσιτῶν στήν Ἀλεξάνδρεια καί τήν διακοπή τῆς κοινωνίας μέ τίς ἄλλες Ἐκκλησίες μετά τήν Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνας (451). Τό ἔργον τῆς συντάξεως τῶν Πασχαλίων κύκλων ἀνέλαβε ἡ Ρώμη, ἡ ὁποία τό συνέχισε κατά τούς αὐτούς ὑπολογισμούς μέ τήν Ἀλεξάνδρεια, ἀφοῦ ὁ ἐκεῖ ἐγκατεστημένος Σκύθης κανονολόγος Διονύσιος ὁ Μικρός τό 525 μετέφρασε στή λατινική τόν πασχάλιο κύκλο τοῦ ἁγίου Κυρίλλου, τόν ὁποῖον ἐνέκρινε ὁ Πάπας Ρώμης.


Οἱ ὑπολογισμοί αὐτοί συνίσταντο βασικά στήν εὕρεση τῆς ἐαρινῆς πανσελήνου διά "τοῦ δεκαεναετοῦς κύκλου (τῆς σελήνης) τοῦ Μέτωνος", ὁ ὁποῖος χρυσοῦς ἀριθμός ἤ χρυσοῦν γράμμα ἐκλήθη, γιά τήν εὕρεση τοῦ Ἑβραϊκοῦ Πάσχα καί τόν ἐξ αὐτοῦ καθορισμό τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα. Σήμερα γνωρίζουμε ὅτι δέν χρησιμοποιεῖται ὁ κύκλος τοῦ Μέτωνος στόν καθορισμό τοῦ ἡμερολογίου, διότι ἀποδίδει πλαστή πανσέληνο. Ἡ Ρώμη ἐφήρμοσε αὐτούς τούς ὑπολογισμούς ἐπί τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡλιακοῦ ἡμερολογίου, ὁπότε καθιερώθηκε καί ὁ κύκλος τοῦ ἡλίου, δηλαδή συνέδεσε ἀκλόνητα τό χρυσοῦν γράμμα μέ τό ἡμερολόγιο. Τό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο ὡς ἐλλιπές συμπαρέσυρε τήν ἡμερομηνία τῆς ἰσημερίας καί τῆς πανσελήνου.


Ἡ Ρώμη διώρθωσε τό 1582 τό ἡμερολόγιο καί τό πασχάλιο, ἀντικατέστησε δέ τό χρυσοῦν γράμμα διά τῆς ἐπακτῆς, ἡ ὁποία δέν συνδέεται ἀκλόνητα μέ τό ἡμερολόγιο, δέχεται δέ κατά διαστήματα διορθώσεις προσαρμογῆς. Τό νέο Γρηγοριανό ἡμερολόγιο, ἀκριβέστερο μέν τοῦ Ἰουλιανοῦ δέν παύει νά παρουσιάζει ἀτέλειες καί ὡς πρός τήν ἀκρίβεια τῆς ἰσημερίας καί τῆς πανσελήνου.


Ἡ κίνηση τοῦ ἡλίου (ἰσημερία) καί τῆς σελήνης (πανσέληνος) ἐντάσσεται σέ ὁποιοδήποτε ἡμερολόγιο. Ὁ καθορισμός τῆς ἡμέρας τοῦ Πάσχα τῶν Ἰουδαίων καί ἐξ αὐτοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ δέν εἶναι θέμα ἡμερολογίου[3]. Τό κακό εἶναι, ὅταν ἕνα ὁποιοδήποτε ἡμερολόγιο ἐγκλωβίζει καί προσδιορίζει ἐσφαλμένα τήν ἰσημερία καί τήν πανσέληνο.


Μέ βάση, λοιπόν, αὐτό τό παλαιότατο Κανόνιον , πού βασίζεται στόν κύκλο τοῦ ἡλίου καί στόν κύκλο τῆς σελήνης καί τό θεμέλιον αὐτῆς (πού δείχνει κατά προσέγγιση τήν ἠλικία αὐτῆς κατά τήν 1η Ἰανουαρίου τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου), βρίσκουμε τήν ἡμερομηνία τῆς Κυριακῆς τοῦ Πάσχα ἀπό τήν ἐποχή τῶν ἁγίων μεγάλων Πατριαρχῶν Ἀλεξανδρείας Ἀθανασίου καί Κυρίλλου μέχρι σήμερα.


Σημειωτέον, ὅτι μποροῦμε νά βροῦμε τήν ἡμέρα τοῦ Νομικοῦ Φάσκα καί ἐξ αὐτοῦ τήν ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα καί μέ πολύπλοκους μαθηματικούς ὑπολογισμούς, ἀφοῦ ἔχουμε βρεῖ τόν κύκλο τοῦ ἡλίου καί τῆς σελήνης, χωρίς νά χρειαζόμαστε τή βοήθεια τοῦ Πίνακα (Κανονίου), ὁ ὁποῖος οὐσιαστικά κατεσκευάσθη γιά πρακτικούς λόγους, ὡς βοήθημα, δίκην τυφλοσύρτη.


Αὐτό τό Κανόνιον, μᾶς δίδει πλασματική ἰσημερία καί πανσέληνο καί πλασματικό Νομικό Φάσκα καί ἐξ αὐτοῦ ἐσφαλμένη ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα.


Γ΄. Τί ὁρίζει ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος;

Αὐτό πού ἐνδιέφερε τούς Πατέρες τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ἴσχυσε ὡς Κανών στούς Ἀποστολικούς Κανόνες (ζ΄), ἀλλά καί σέ Κανόνες ἄλλων Τοπικῶν Συνόδων, δέν ἦταν ἡ ἡμερομηνία ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἀλλά ἡ ἀποφυγή τοῦ συνεορτασμοῦ τοῦ Πάσχα "μετά τῶν ἰουδαίων". Καί ὁ λόγος ἦταν προφανής. Σήμερα οὔτε κἄν τό σκεπτόμεθα, οὔτε μᾶς ἀπασχολεῖ, οὔτε κινδυνεύουμε. Οἱ ἐξ Ἰουδαίων χριστιανοί ἑώρταζαν τό Πάσχα μαζί μέ τούς Ἰουδαίους, τήν ἑσπέρα τῆς 14ης τοῦ μηνός Νισάν (= ἀνοίξεως, τοῦ μηνός τοῦ πρώτου), ὁποιαδήποτε ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος συνέβαινε καί ἐνήστευαν μία ἡμέρα ἀπό τό πρωΐ μέχρι τήν ἑσπέρα (τεσσαρεσκαιδεκατῖται). Παραλλήλως ἐτήρουν τά Ἰουδαϊκά ἔθιμα τοῦ ἑορτασμοῦ καί ὁ χαρακτῆρας τοῦ Πάσχα διαμορφωνόταν "ἰουδαΐζων". Σ' αὐτό εἶχε παρασυρθεῖ ὅλη ἡ Μικρά Ἀσία, μέ κέντρο τήν Ἔφεσο, ἡ ὁποία πίστευε ὅτι καλῶς ἔπραττε, "ἐρειδομένη ἐπί τῆς Ἰωαννείου παραδόσεως". Οἱ ἄλλες Ἐκκλησίες τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς Δύσεως ἑώρταζαν τό Πάσχα τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν 14η Νισάν καί ἐνήστευαν δύο ἡμέρες, τήν (Μεγάλη) Παρασκευή καί τό (Μέγα) Σάββατο. Ὑπῆρχε, λοιπόν, διάσταση καί ἀνομοιομορφία μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν καί ἔριδες[4].


Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἔδωσε τή λύση. Τό Πάσχα νά ἑορτάζεται "ἡμέρα Κυριακή μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία καί ποτέ μαζί μέ τούς Ἰουδαίους". Αὐτό ἐσήμαινε:


·        πλήρη ἀποδέσμευση τοῦ χριστιανικοῦ ἀπό τό ἰουδαϊκό Πάσχα,


·        καθορισμός τοῦ χριστιανικοῦ Πάσχα ἀνεξάρτητα ἀπό τά ἰουδαϊκά ἡμερολόγια (πού ὥριζαν ἐνίοτε τό Πάσχα καί πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας) διά τοῦ καταρτισμοῦ πασχαλίων κύκλων,


·        ὁρισμός τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας ὡς διαχωριστικῆς γραμμῆς τοῦ προηγουμένου ἀπό τό ἑπόμενο Πάσχα, γιά νά μή συμπέσει δύο φορές ὁ ἑορτασμός μέσα στό ἴδιο τροπικό ἔτος,


·        ταυτόχρονος ὑπό πάντων τῶν χριστιανῶν ἑορτασμός τοῦ Πάσχα καί


·        ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν.


Τό τελευταῖο ἐπετεύχθη καί διά τῆς ἀναθέσεως σέ ἕνα Κέντρο, τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξάνδρειας, τοῦ καταρτισμοῦ τῶν πασχαλίων κύκλων. Κι αὐτό ἐπειδή, παρά τίς πρό τῆς Α΄ Οἰκ. Συνόδου ἀναληφθεῖσες ἐνωτικές προσπάθειες, παρουσιάζετο ἀνομοιότητα στόν καταρτισμό τῶν πασχάλιων κύκλων ἀπό τή διαφορά πού παρετηρεῖτο στήν ἰσημερία μεταξύ Ἀνατολῆς καί Δύσεως.


Ὁ πρῶτος ὅρος τῆς Συνόδου "μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία" ὀφείλεται καί στό ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι -ἰδίως μετά τήν ἄλωση τῆς Ἱερουσαλήμ ὑπό τοῦ Τίτου (70 μ.Χ.), λόγῳ ἐσφαλμένων ἐπιτόπιων ἐθνικῶν ἡμερολογίων καί τῆς ἐλλείψεως ἑνιαίου κέντρου- ἔφθαναν νά ἑωρτάζουν τό Πάσχα καί πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας, ὡς μή παρατηροῦντες τήν κίνηση τοῦ ἡλίου καί τῆς ἰσημερίας. Οἱ χριστιανοί πού συνέχισαν νά στηρίζωνται στό ἰουδαϊκό Πάσχα ὀνομάστηκαν "πρωτοπασχῖται", δηλ. ἀκολουθοῦντες τό πρῶτο Πάσχα, πού καθωρίζετο ἀπό τό ἰουδαϊκό ἡμερολόγιο ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ἰσημερία[5].


Ἀργότερα (καί μετά τήν διόρθωση καί ἐπικράτηση παρ᾿ Ἑβραῖοις κοινοῦ ἰσραηλιτικοῦ ἡμερολογίου) προστέθηκαν στήν Παράδοση μας καί δύο ἄλλες ἐπεξηγηματικές διατάξεις[6]. Ἡ πρώτη τονίζει "μετά τήν πανσέληνο πού συμβαίνει μετά τήν ἰσημερία", ἐπειδή κατά τήν πανσέληνο ἑώρταζαν καί ἑορτάζουν οἱ Ἑβραῖοι τό Πάσχα καί ἡ δεύτερη, "τήν Κυριακή μετά τήν πανσέληνο καί μετά τό Πάσχα τῶν ἰουδαίων", μήπως ἡ πανσέληνος συμβεῖ ἡμέρα Κυριακή, ὁπότε πρέπει νά ἑορτάσουμε τήν ἑπομένη.


Δ΄. Τί σημαίνει τό Νομικόν Φάσκα καί τό Λατίνων Πάσχα στά Κανόνια;


Ὁ σημερινός πάγιος ἰσχυρισμός ἡμῶν τῶν Ὀρθοδόξων γιά τήν ὀρθότητα τοῦ δικοῦ μας Πάσχα εἶναι, ὅτι ἐμεῖς ἑορτάζουμε τό Πάσχα πάντοτε μετά ἀπό τό Πάσχα τῶν Ἑβραίων, "ὡς ἀπαράβατον ὅρον", παραμένοντες πιστοί στίς Παραδόσεις, ἐνῶ ἄλλοι τό ἑορτάζουν ἤ τήν αὐτή ἡμέρα ἤ ἐνωρίτερον. Καί αὐτό μπορεῖ νά γίνει πιστευτό καί νά παρασυρθεῖ κανείς ἄν διαβάζει τά Πασχάλια πού δημοσιεύονται στά κατ᾿ ἔτος ἐκδιδόμενα Τυπικά. Ἐκεῖ ὁρίζεται τό Νομικόν Φάσκα (τότε) καί ἀπό κάτω τό Λατίνων Πάσχα (τότε). Καί πολλάκις φαίνεται τό Λατίνων Πάσχα νά συμβαίνει ἐνωρίτερον ἤ καί νά συμπίπτει μέ τό Ἑβραϊκό.


Τό Ἰουδαϊκό Πάσχα ὅμως δέν γίνεται ὅποτε ἐμεῖς θέλουμε ἤ ὅπως ἐμεῖς τό ὑπολογίζουμε καί στά Πασχάλια μας ἀναγράφουμε, ἀλλ᾿ ὅποτε οἱ Ἰσραηλῖτες μέχρι σήμερα τό καθορίζουν βάσει τοῦ Ἰσραηλιτικοῦ παλαιοῦ των διωρθωμένου σεληνοηλιακοῦ ἡμερολογίου.


Σύμφωνα μ᾿ αὐτό, τό ἔτος περιλαμβάνει 12 (κοινό) ἤ 13 (ἐμβόλιμο) σεληνιακούς μῆνες τῶν 29 ἤ 30 ἡμερῶν καί φυσικά δέν εἶναι δυνατόν νά συμπίπτει μέ τό ἡλιακό (τροπικό) ἔτος. Ὁ 13ος ἐμβόλιμος μῆνας ἀπαιτεῖται κατά διαστήματα, ἐπειδή τό σεληνιακό ἔτος ἔχει 354 ἡμέρες. Ἀνά περίοδο 19 ἐτῶν (κύκλος τοῦ Μέτωνος) ἡ ἀρχή τοῦ ἰσραηλιτικοῦ ἔτους συμπίπτει μέ τό ἡλιακό.


Ἐπειδή ὁ Νισάν, ἀναλόγως τοῦ διανυομένου κοινοῦ ἤ ἐμβολίμου ἔτους, δέν συμπίπτει τήν ἴδια ἐποχή τοῦ τροπικοῦ ἔτους, ἔτσι μέχρι σήμερα ἡ πανσέληνος τῆς Ἀνοίξεως γιά τούς Ἑβραίους, ἤτοι ἡ 14/15 (τό μέσον) τοῦ σεληνιακοῦ μηνός Νισάν, εἶναι ἤ ἡ πανσέληνος ἀκριβῶς μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία (τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου) ἤ ἡ ἐπομένη πανσέληνος.


Τό 2002 ἡ 14η Νισάν ἦταν ἡ Πέμπτη 28 Μαρτίου, πού ἦταν ἡ μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία πανσέληνος καί οἱ Λατῖνοι ἑώρτασαν τό Πάσχα τήν Κυριακή 31 Μαρτίου. Τό Κανόνιόν μας ἀνέγραφε τό Νομικόν Φάσκα (ὑποθετική πανσέληνος) τήν 1η Μαΐου καί ἡμέτερον Πάσχα τήν Κυριακή 5 Μαΐου.


Τό 2005 ἡ 14η Νισάν εἶναι τήν Κυριακή 24 Ἀπριλίου, πού εἶναι ἡ δεύτερη πανσέληνος μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία. Οἱ Λατῖνοι ἑωρτάζουν τήν Κυριακή μετά τήν πρώτη πανσέληνο (Παρασκευή 25 Μαρτίου) στίς 27 Μαρτίου. Τό δικό μας Κανόνιον ὁρίζει τό Νομικόν Φάσκα Μεγάλη Πέμπτη, ἤτοι 28 Ἀπριλίου (ὑποθετική πανσέληνος) καί τό ἡμέτερον Πάσχα τήν Κυριακή 1 Μαΐου.


Ἡ ἀλματώδης ἀνάπτυξη τῶν μέσων ἐπικοινωνίας καί τηλεπικοινωνίας καί ἡ μίξη τῶν λαῶν[7] δέν ἐπιτρέπουν παρόμοιες ἀποκρύψεις καί ψευδεῖς "εἰδήσεις".


Ἀπό τά παραπάνω φάνηκε:


α) ὅτι οἱ Ἑβραῖοι μέχρι σήμερα δέν προσέχουν τήν ἰσημερία ἀλλά τήν πανσέληνο, ἤτοι τό μέσον, τοῦ μηνός Νισάν τοῦ Ἑβραϊκοῦ ἡμερολογίου,


β) οἱ Λατῖνοι, ἑορτάζοντες ἀπαράβατα τό Πάσχα κατά τήν Κυριακή μετά τήν πανσέληνο τήν μετά τήν ἐαρινή ἰσημερία τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου, ἤ δέ ὑπολογίζουν καθόλου τό Ἑβραϊκό ἡμερολόγιο ἤ ὁρίζουν τό Ἑβραϊκό Πάσχα πάντα κατά τήν πρώτη πανσέληνο ὑποθετικῶς,


γ) ἐνίοτε φαίνεται ὅτι οἱ Λατῖνοι ἑωρτάζουν τό Πάσχα πρό ἤ τήν ἴδια ἡμέρα μέ τό Πάσχα τῶν Ἑβραίων, ἐάν παρακολουθοῦμε τό σύμφωνα μέ τό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο κατηρτισμένο Κανόνιον καί


δ) ὁ σύμφωνα μέ τό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο ὑπολογισμός τοῦ Νομικοῦ Φάσκα εἶναι πάντοτε ὑποθετικός, συμπαρασύρει δέ καί τήν ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων, πολλῷ δέ μᾶλλον ὅταν ὁ προσδιορισμός τοῦ Πάσχα παρέμεινε γιά μᾶς ὁ αὐτός καί μετά τήν Γρηγοριανή μεταρρύθμιση.


Σήμερα μέ τήν ἀνάπτυξη τῆς ἀστρονομίας καί ἀστροφυσικῆς, τό μόνο εὔκολο εἶναι νά γνωρίζουμε ἀπό πολύ πρίν καί γιά αἰῶνες μετά, τό πότε θά ἔχουμε τήν ἐαρινή πανσέληνο. Πολλούς αἰῶνες πρίν, αὐτό δέν ἦταν δυνατό.



Ε΄. Πῶς συμβαίνει νά ἑορτάζουμε τό Πάσχα τήν ἴδια ἡμέρα μέ τίς Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες πού δέν δέχθηκαν τήν ἡμερολογιακή μεταρρύθμιση;


Ἡ σύμπτωση ἑορτῆς τήν ἴδια ἡμέρα δέν εἶναι κάτι πού μπορεῖ νά ἐπιτευχθεῖ μετά τήν ἡμερολογιακή Γρηγοριανή μεταρρύθμιση. Ἡ διαφορά 13 ἡμερῶν δέν φέρνουν τήν ἑορτή ἴδια ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος.


Οἱ ἀκίνητες ἑορτές, ὅπως π.χ. τοῦ ἁγίου Δημητρίου στίς 26 Ὀκτωβρίου, δέν συμπίπτουν ποτέ τήν ἴδια ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος, ἀλλά μία μετά. Ἄν τοῦ ἁγίου Δημητρίου πέσει Δευτέρα μέ τό Π.Η. μέ τό Ν.Η. θά πέσει Τρίτη. Ἄν συμπέσουν τά Χριστούγεννα μέ τό Ν.Η. ἡμέρα Σάββατο, μέ τό Π.Η. θά συμπέσουν ἡμέρα Παρασκευή.


Τό Πάσχα ὅμως πρέπει νά ἑορτασθεῖ τήν αὐτή ἡμέρα, ἡμέρα Κυριακή, ἔστω καί σέ διαφορετική ἡμερομηνία. Περισσότερο μᾶς ἐνδιαφέρει μάλιστα νά ὁρίζεται ἡ αὐτή ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος πού συμβαίνει τό Νομικόν Φάσκα. Γιατί αὐτή μπορεῖ νά εἶναι ἡμέρα Κυριακή, ὁπότε τό Χριστιανικό Πάσχα θά μετατεθεῖ μία Κυριακή μετά, ὅπως προαναφέρθηκε.


Γιά τόν ἑορτασμό, λοιπόν, τοῦ Πάσχα τήν ἴδια Κυριακή καί μέ τό Νέο (Γρηγοριανό) καί μέ τό Παλαιό (Ἰουλιανό) ἡμερολόγιο, δέν ἀρκεῖ ἡ διαφορά τῶν 13 ἡμερῶν, ἀλλά χρειάζεται διαφορά πολλαπλάσια τοῦ ἀριθμοῦ 7, ὅσες οἱ ἡμέρες τῆς ἑβδομάδος, ἤτοι 14 ἡμερῶν. Στίς 13 ἡμέρες πού προσθέτουμε στόν πολύπλοκο ὑπολογισμό τῆς εὑρέσεως τοῦ Νομικοῦ Φάσκα καί δι' αὐτοῦ τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα, προσθέτουμε καί +1 ἀκόμη[8], ὥστε νά ἔχουμε 14 ἡμέρες διαφορά. Ἡ "ἀλχημεία" αὐτή γιά τή διατήρηση κοινοῦ Πάσχα Νεοημερολογιτῶν καί Παλαιοημερολογιτῶν (κανονικῶν ἤ ἀντικανονικῶν) κατέστη ἀναγκαία καί θά ἰσχύσει μέχρι τοῦ ἔτους 2099.


Ἀπό τοῦ ἔτους 2100, πού ἡ διαφορά τῶν 13 ἡμερῶν Π.Η. καί Ν.Η. θά αὐξηθεῖ σέ 14, δέν θά ὑπάρχει λόγος προσθέσεως μιᾶς ἡμέρας καί τότε θά φανεῖ καλλίτερα ὁ παραπάνω συλλογισμός.


Αὐτό θά γίνει ἐπειδή κατά τό Π.Η. τό 2100 θά εἶναι δίσεκτο ἐνῶ γιά τό Ν.Η. θά εἶναι κοινό.[9] Σύμφωνα μέ τό Π.Η. ὁ Φεβρουάριος 2100 θά ἔχει 29 ἡμέρες καί μέ τό Ν.Η. 28 καί ἔτσι θά προέλθει ἡ διαφορά τῶν 14 ἡμερῶν.


Εἶναι σημαντικό ἐπίσης, ὅτι στό Εὐαγγελιστάριο καί στό "κατά τό διωρθωμένον ἰουλιανόν" ΚΑΝΟΝΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ, τονίζεται ὅτι ἰσχύει μέχρι τοῦ ἔτους 2099! Ἐπίσης ὁ προσαρτημένος "Περιληπτικός Πασχάλιος Πίνακας" (ἤτοι οἱ ἡμερομηνίες τοῦ Πάσχα) κατά τό "διωρθωμένον Ἰουλιανόν" Ἡμερολόγιον, ἔχει συνταχθεῖ μέχρι τοῦ ἔτους 2099!


Ἀπό τοῦ ἔτους 2100 ἕως τοῦ 2199 ὅλες οἱ κινητές καί ἀκίνητες ἑορτές θά συμπίμπτουν ἴδια ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος (ὄχι ἡμερολογιακή) καί μέ το Ν.Η. καί μέ τό Π.Η.


ΣΤ΄. Τί πρέπει νά γίνει;

Τό ἰσχῦον Πασχάλιο –ΚΑΝΟΝΙΟΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ- ἀπέχει πολύ ἀπό τίς ἀποφάσεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.


Χρειαζόμαστε Νέο ἡμερολόγιο καί Νέο Πασχάλιο, πιό σωστό καί ἀπό τό Γρηγοριανό.


Γιατί ἄν τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο δείχνει λανθασμένη ἰσημερία, ἡ πανσέληνος πού θά συμπέσει κατ᾿ αὐτήν ἤ περί αὐτήν δέν θά εἶναι ἡ ἐαρινή πανσέληνος.


Ἀρκεῖ αὐτό νά γίνει μετά ἀπό σοβαρή μελέτη καί κοινή ἀπόφαση καί ἀποδοχή ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, γιά νά μήν ἐπαναληφθοῦν τά τῆς ἐφαρμογῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου[10].


Στίς συζητήσεις[11] τότε (1923) γιά τήν ἀλλαγή τοῦ ἡμερολογίου, ἔπρεπε νά ὑπερισχύσει ἡ γνώμη ἐκείνων πού ἔλεγαν, ὅτι ἡ ἀλλαγή πρέπει νά γίνει, ὅταν θά δημιουργηθεῖ τό νέο ἐπιστημονικό ἡμερολόγιο, τελειότερο ἀπό τό Γρηγοριανό.


Ἄν μαζί μέ τό ἡμερολόγιο διορθωθεῖ καί τό πασχάλιο, τό ἰσχῦον καί τά παλαιά Τυπικά θά εἶναι ἐπαρκῆ. Καί δέν θά συμβαίνει, αὐτό πού συμβαίνει σήμερα, νά ἔχουμε τόσες περιπτώσεις συμπτώσεως κινητῶν καί ἀκινήτων ἑορτῶν, πού δέν προβλέπονται ἀπό τό Τυπικό ἤ τόσα προβλήματα μέ τήν σύνταξη τοῦ Κυριακοδρομίου, ὅπως πολλάκις ἔχουν ἐπισημάνει οἱ εἰδικοί λειτουργιολόγοι[12]. Ἀκόμη δέν θά παρουσιάζουν ἐλλείψεις ἤ θά χρειάζονται συμπληρώσεις τά Μηναῖα Φεβρουαρίου καί Μαρτίου.


Γνωρίζουμε ὅτι ἡ 14η Σεπτεμβρίου εἶναι βασικότατη ἡμερομηνία γιά τή διαμόρφωση τοῦ συστήματος ἀναγνώσεως τῶν Εὐαγγελίων, τοῦ χρόνου ἀναγνώσεως αὐτῶν καί "τῆς τῶν Εὐαγγελιστῶν διαδοχῆς" κυρίως ἀπό τίς ἀρχές Σεπτεμβρίου μέχρι τῆς ἐνάρξεως τοῦ Τριῳδίου. Ἄν τό Εὐαγγελικό ἔτος πού ἔχει βασικό ἄξονα τό Πάσχα καί πού τό Πάσχα οὐσιαστικά ὁρίζεται μέ τό "παλαιό", ἀλλά συμβαίνει μέ τό "νέο" ἀργότερα λόγῳ τῆς ἡμερολογιακῆς διαφορᾶς, πῶς θά διεξαχθεῖ ὁμαλά τό σύστημα, ὅταν στήν Κυριακή πρίν ἀπό τήν Ὕψωση τοῦ τιμίου Σταυροῦ συναντηθεῖ νωρίτερα μέ τό Γρηγοριανό; Ἄν μέ τό Γρηγοριανό ἡ Ὕψωση τοῦ τιμίου Σταυροῦ ἦταν στίς 27 Σεπτεμβρίου τότε δέν θά ὑφίστατο πρόβλημα. Οἱ Ρῶσοι πλέον ξέρουν ὅτι τῆς Παναγίας εἶναι 28 Αὐγούστου, τοῦ Σταυροῦ 27 Σεπτεμβρίου καί τά Χριστούγεννα 7 Ἰανουαρίου. Τό αὐτό πρόβλημα μετατοπίζεται καί στά Χριστούγεννα καί τά Φῶτα μέ τίς πρό καί μετά αὐτῶν Κυριακές καί μέχρι τῆς ἐνάρξεως τοῦ Τριῳδίου, πού καθορίζει τόν ἑορτασμό τοῦ ἑπομένου Πάσχα.


Θά πεῖ κανείς, νά φτιάξουμε ἕνα νέο Τυπικό. Ὄχι, αὐτό δέν πρέπει νά γίνει ποτέ. Νά φτιάξουμε ἕνα νέο Τυπικό γιά νά καλύψουμε ἕνα ἐσφαλμένο Πασχάλιο;


Ἤδη ἔχουν συνταχθεῖ ἀναγκαστικά (καί προσωρινά;) ΚΑΝΟΝΙΑ τοῦ Εὐαγγελισταρίου, γιά σύμπτωση τοῦ Πάσχα ἀπό 26 Ἀπριλίου μέχρι 8 Μαΐου.


Ἄν μαζί μέ τό ἡμερολόγιο διορθωθεῖ καί τό πασχάλιο, τότε δέν θά συμπέσει ποτέ ἡ ἑορτή τῶν Πρωτοκορυφαίων πρίν ἀπό τήν Κυριακή τῶν Ἁγίων Πάντων, γιατί ποτέ δέν θά ἑορτασθεῖ τόσο ἀργά, λανθασμένα, τό Πάσχα, ὥστε νά καταλιμπάνεται ἡ Νηστεία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.


Ζ΄.  Ἐπίλογος

Οἱ διατάξεις τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου εἶναι σαφεῖς καί ἁπλές. Ὁ ὑπολογισμός τοῦ Πάσχα καθορίζεται ἀπό τήν ἐαρινή ἰσημερία καί τήν μετ᾿ αὐτήν πανσέληνο, καί ἀπό τό ἰουδαϊκό Πάσχα μέ τήν ἔννοια τῆς ἀποφυγῆς τοῦ "θεολογικοῦ" συνεορτασμοῦ.


Ἡ ἐμμονή μας σέ ἀρχαιότατο ὑπολογιστικό σύστημα –τύπου ἀλγόριθμου-, πού σήμερα ἔχει ξεφύγει τελείως καί ἀπό τήν πραγματική ἰσημερία καί πραγματική πανσέληνο καί ἀπό τό πραγματικό Ἰουδαϊκό Πάσχα, καί στηρίζεται σέ πλασματική ἰσημερία καί πανσέληνο καί ὑποθετικό Ἰουδαϊκό Πάσχα (Νομικό Φάσκα), δεσμευμένοι εἰσέτι καί ἀπό τό ἰουδαϊκό σεληνιακό ἡμερολόγιο, πιστεύω ὅτι εἶναι ἐξωπραγματική, προσβάλλει καί ὑποτιμᾶ τούς ὅρους καί σκοπούς τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Πρώτης ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.


Ἔγινε ἐπίσης φανερό, κι αὐτό εἶναι τό σημαντικό πού πρέπει νά μᾶς ἐνδιαφέρει, ὅτι ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἐπελήφθη τοῦ θέματος τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα πρώτιστα γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ἑνότητος τῶν Ἐκκλησιῶν καί τοῦ ταυτόχρονου, ὑπό πάντων τῶν χριστιανῶν, ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα[13], θεσπίζοντας πλήρη ἀποδέσμευση ἀπό τό ἰουδαϊκό Πάσχα καί τούς ἑβραϊκούς ὑπολογισμούς. Ὥρισε μάλιστα ἕνα Κέντρο γιά τόν ὑπολογισμό καί τήν ἐξαγγελία τοῦ Πάσχα. Νά κάτι σημαντικό, μέ τό ὁποῖο θά πρέπει νά ἀσχοληθεῖ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο!


Οἱ ἐπιβαλλόμενες μισές λύσεις, ἐκτός τοῦ ὅτι εἶναι ὑποκριτικές, πάντα δημιουργοῦν καί θά δημιουργοῦν (δισεπίλυτα) προβλήματα.


Η΄. Ἀντίλογος

Σ᾿ ὅλα τά παραπάνω δυνατόν νά ὑπάρξει καί ὁ ἑξῆς ἀντίλογος.


Ὅτι ἡ ἡμερομηνία τοῦ Πάσχα δέν ἔχει τόσο μεγάλη σημασία, ὅσο ὁ χαρακτῆρας, τό νόημα καί τό περιεχόμενο τῆς Ἑορτῆς.


Ὅτι πάντοτε πρέπει νά μᾶς δεσμεύει τό Πάσχα τῶν Ἑβραίων καί νά ἑορτάζουμε τό Πάσχα μετά ἀπ᾿ αὐτό, ἔστω καί ἄν ἐσφαλμένα ὑφ᾿ ἡμῶν ὑπολογίζεται ἤ ὑπ᾿ αὐτῶν ἑορτάζεται.


Ὅτι ἡ ἀρχαιότατη αὐτή μέθοδος ὑπολογισμοῦ τοῦ Πάσχα, ἄν καί ἐσφαλμένη, ἔχει ἀποκτήσει μιά σεβάσμια ἱερότητα.


Ὅτι, ἄν ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος εἶχε ὡς βασικό στόχο τήν πλήρη ἀποδέσμευση τοῦ χριστιανικοῦ ἀπό τό ἰουδαϊκό Πάσχα, σήμερα εἶναι ἀνάγκη οἱ Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες νά ὁμολογοῦν τήν πλήρη ἀποδέσμευση τοῦ Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τό Πάσχα τῶν Λατίνων καί τῶν Προτεσταντῶν.


Ὅτι σήμερα σύμπασα ἡ Ὀρθοδοξία ἑορτάζει ἐνωμένη τό Πάσχα -ἄσχετα ἐάν ἑορτάζει διηρημένη τά Χριστούγεννα-.


Ὁ καθένας μπορεῖ νά κρίνει αὐτές τίς ἀντιλογίες καί νά σκεφθεῖ ἄν κατά πόσον ἐνδεχομένως εὐσταθοῦν ἤ μᾶς ἀποπροσανατολίζουν ἀπό τούς ὅρους καί τούς σκοπούς τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι συγκροτηθείσης Πρώτης Ἁγίας καί Μεγάλης Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Μᾶλλον ἄς τό συ-σκεφθεῖ αὐτό καλλίτερα μία Πανορθόδοξος Σύνοδος ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ θελήματος τοῦ ἐν Τριάδι προσκυνουμένου Θεοῦ.


[1] Ἰω. Φουντούλη, Σύγχρονα Λειτουργικά Προβλήματα, περ. ΕΚΚΛΗΣΙΑ, 15 Νοεμβρίου 1992, Ἀριθ. 17, σελ. 658.


[2] Γ. Μπεκατώρου, Τάξις 1993, σελ. 11.


[3] Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, Μητροπολίτου (τότε) Δημητριάδος, Ἱστορική καί Κανονική θεώρησις τοῦ Παλαιοημερολογητικοῦ ζητήματος, Α΄ Ἀνατύπωσις, σελ 13.


[4] Βλασίου Φειδᾶ, Ἐκκλησιαστική Ἰστορία Ι, Ἀθῆναι 1978, σελ. 192-196.


[5] Β. Στεφανίδου, Ἐκκλησιαστική Ἰστορία, Ἀθῆναι 1970, σελ. 113.


[6] Πηδάλιον, σελ. 8, ὑποσημ.(1).


[7] Ἰω. Φουντούλη, ὅ.π..


[8] Γ. Μπεκατώρου, ὅ.π., σελ. 13.


[9] Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ὅ.π., σελ. 74.


[10] Ἰω. Φουντούλη, ὅ.π..


[11] Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ὅ.π., σελ 71.


[12] Ἰω. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικάς ἀπορίας, τ. Ε΄, σελ. 99, καί τ. Δ΄, σελ 116.


[13] Χριστοδούλου Κ. Παρασκευαΐδη, ὅ.π., σελ. 14.

ΑΡΧΙΚΗ

Ἀρχική

Ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς

Ναός - Ἱστορία

Ἐνοριακή ζωή

Νεότητα

Πρόγραμμα μηνός

Ἐπίκαιρα

Ἄρθρα - Μελέτες

Ὀρθόδοξοι κόμβοι

Ἐπικοινωνία

Βοήθεια